ιαγουάρος ή τζάγκουαρ

ιαγουάρος ή τζάγκουαρ
Σαρκοβόρο θηλαστικό της οικογένειας των αιλουροειδών. Το σώμα του, μήκους 1,50-2 μ., είναι ευκίνητο και ρωμαλέο, το τρίχωμά του έχει χρώμα ανοιχτό ή σκούρο ξανθό στη ράχη και στα πλευρά, λευκό στην άκρη του ρύγχους και στα κατώτερα άκρα, ενώ ολόκληρο είναι διάστικτο από μαύρες κηλίδες. Σε μερικά άτομα το χρώμα είναι πολύ σκούρο ή ακόμα και μαύρο. Τα πόδια του έχουν μέτριο μήκος και τα δάχτυλα είναι ανασταλτά, ισχυρά, γυρισμένα τοξοειδώς και αιχμηρά. Ο ι. ζει στην Αμερική, από την Καλιφόρνια έως την Παταγονία. Προτιμά τις δασώδεις όχθες των ποταμών και τις βαλτώδεις ζώνες με ψηλά χόρτα, όπου μένει κρυμμένος την ημέρα και τη νύχτα, αναζητώντας χερσαία ή υδρόβια ζώα. Επιτίθεται κατά των πιθήκων, των ταπίρων και των καπιβαρών, αλλά προτιμά τα μηρυκαστικά και τα άλογα. Στα ζώα με τα οποία τρέφεται περιλαμβάνονται επίσης οι χελώνες, τα ψάρια και τα πουλιά που ζουν στους βάλτους. Επειδή επιτίθεται και στα κατοικίδια ζώα, μπορεί να αποτελέσει κίνδυνο για τον ίδιο τον άνθρωπο. Ο ι. καταδιώκεται εντατικά από τους κυνηγούς άγριων ζώων. Ιαγουάρος στον ζωολογικό κήπο της Βαρκελώνης (φωτ. ΑΠΕ). Ο ιαγουάρος, μεγαλόσωμο αιλουροειδές, ρωμαλέο και εξαιρετικά ευκίνητο, ζει στην Αμερική, από την Καλιφόρνια μέχρι την Παταγονία, κυρίως στις δασώδεις όχθες των ποταμών και στους βάλτους.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ιαγουάρος — και ιαγουάριος, ο ζωολ. εξελληνισμένη ονομασία τού αιλουροειδούς τζάγκουαρ. [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, προβλ. αγγλ. jaguar < jaguara στη γλώσσα Τούπι] …   Dictionary of Greek

  • ιαγουάρος — ο γένος σαρκοφάγων θηλαστικών της Ν. Αμερικής, συγγενικό με τον πάνθηρα, το τζάγκουαρ …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”